Μάζευε ελιές ώς τα 72 της χρόνια

Η 86χρονη, σήμερα, Ευθυμία Ευταξία-Καρατζίδου, ήταν το έκτο παιδί μιας εννεαμελούς αγροτικής οικογένειας και από τα δέκα της χρόνια -γερή κράση, όπως έλεγαν- όχι μόνο σηκωνόταν στις 5.30 το πρωί κάθε μέρα και φρόντιζε το νοικοκυριό στο σπίτι, αλλά πήγαινε και στα χωράφια όπου εργαζόταν ο πατέρας της -καλλιεργώντας σιτάρι και αργότερα σουσάμι και αμπέλι, για να τον βοηθήσει στις αγροτικές εργασίες. Ήταν, άλλωστε, το δεξί του χέρι αφού τα αδέλφια της είτε δούλευαν σε άλλους εργοδότες για να φέρουν μεροκάματο στο σπίτι, είτε ήταν πάνω στα βουνά με τους αντάρτες.

Η μητέρα της, που πέθανε όταν η ίδια ήταν πέντε ετών, είχε μεγάλη επιθυμία να μορφωθούν τα παιδιά της και μπορεί η ίδια να έφτασε μόνο μέχρι την πέμπτη τάξη, αλλά πολλά από τα αδέλφια της πήραν και απολυτήριο παρά τις δυσκολίες.
Μεγάλωσε με την αδερφή της μητέρας της, η οποία ήταν ανήμπορη κι έτσι έκανε την μοιρασιά των εργασιών που έπρεπε να γίνουν καθημερινά. «Μας σήκωνε εμένα και την αδερφή μου προτού ξημερώσει, άναβε το τζάκι και μας έστρωνε στη δουλειά για να τα προλαβαίνουμε όλα», θυμάται. Τις περισσότερες ημέρες το γέλιο ξεχείλιζε, παρά τη σκληρή δουλειά, αλλά δεν έλειπαν και οι στιγμές που βλέποντας τα άλλα παιδιά να παίζουν ανέμελα, ένιωθε ζήλια και στενοχωριόταν. «Δεν μιλούσα όμως, γιατί καταλάβαινα ότι δεν γίνεται διαφορετικά», λέει.
Η ίδια δεν θυμάται να είχε προλάβει να ονειρευτεί τι θέλει να γίνει στη ζωή της. «Εκείνα τα χρόνια δεν υπήρχε χώρος και χρόνος για αυτά, αφού η μάχη για την επιβίωση εν μέσω και πολέμου ήταν διαρκής, αμφίβολη τις περισσότερες φορές και πάντα όμως επιτακτική», σημειώνει.
Στα 23 της χρόνια, γνώρισε τον σύζυγό της, τον Χαράλαμπο, ο οποίος ήταν οικοδόμος, μετά πήγαν στη Γερμανία όπου έμειναν για τέσσερα χρόνια -από το 1964 έβαφε νήματα- και επιστρέφοντας στην πατρίδα «βρεθήκαμε στα χωράφια». Οι μηχανές είχαν ήδη αρχίσει να κάνουν την εμφάνισή τους στον πρωτογενή τομέα και με τις οικονομίες από τη Γερμανία, απέκτησαν την πρώτη τους κομπίνα. Καλλιεργούσαν σιτάρι, ελιές, ρεβίθια και αχλάδια, ενώ διατηρούσαν και ένα μποστάνι για τις ανάγκες στο καθημερινό τραπέζι.

«Σκληρή δουλειά και ώρες ατελείωτες στα χωράφια, με ζέστη και με κρύο, ενώ φρόντιζα με επιμέλεια το νοικοκυριό και τον κήπο μας και ανέτρεφα τα δύο αγόρια μας», σημειώνει. Θυμάται, ωστόσο, πως παρά την κούραση «περνούσαμε όμορφα φροντίζοντας τη γη, την οποία σεβόμασταν και πάντα μας έδινε για να ζήσουμε αξιοπρεπέστατα».
Σήμερα η οικογένειά της διαθέτει 200 στρέμματα με ελιές, σιτάρι και βερίκοκα και μπορεί η ίδια μέχρι τα 72 της να πήγαινε με το αγροτικό όχημα στα χωράφια και να μάζευε ελιές, αλλά πλέον όλες τις αγροτικές εργασίες έχουν αναλάβει τα παιδιά της: ο 62χρονος οδοντίατρος και ο 58χρονος δάσκαλος, «υπό το άγρυπνο βλέμμα του πατέρας τους».

Αν γεννιόταν σήμερα, θα ονειρευόταν και θα επέλεγε να δουλέψει στον πρωτογενή τομέα, όπως μας λέει, εξηγώντας πως ο λόγος είναι η ελευθερία, το οξυγόνο και το «ευχαριστώ της γης που φροντίζαμε και ποτέ δεν μας στενοχώρησε».
Το παραπάνω κείμενο είναι απόσπασμα που αναφέρεται στην κ. Ευθυμία Ευταξία – Καρατζίδου κάτοικο Σημάντρων. Το άρθρο είναι της Έλενα Αλεξιάδου για την Παγκόσμια Ημέρα Αγρότισσας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ με τίτλο “Παγκόσμια Ημέρα Αγρότισσας- Τέσσερις αγρότισσες μιλούν στο ΑΠΕ-ΜΠΕ” Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
Ευχαριστούμε πολύ την Έλενα Αλεξιάδου δημοσιογράφο του Αθηναϊκού/Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων (ΑΠΕ- ΜΠΕ) για την συνεργασία και το εξαιρετικό αφιέρωμα στις Ελληνίδες αγρότισσες που φωτίζει το έργο τους, αναδεικνύοντας τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν αλλά και τη δύναμη και το πάθος τους.